Κύμα βουβό το αίμα κι όλα
γυρίζουν γύρω μου.
Θέλω να πιω. Μονάχα αυτό γυρεύω.
Πάνω στη μέθη, πάνω στην τρέλα,
χωρίς μυαλό
στο σκοτεινό κατάστρωμα.
Τρέχει κι αυτό για να προφτάσει
τον καιρό.
Να ξαρμυρίσει το νερό, να χάσει
δύναμη του επιβήτορα το σπέρμα.
Κύμα βουβό κι η θάλασσα τη
γέννα της προστάζει να ‘σορροπήσει το σκαρί (Τι κι αν δεν βουλιάξει στο βαθύ, των πειρατών ενέχυρο)
Τώρα που το ποτό έχει ισιώσει
το μυαλό,
λόγια βολές της θάλασσας απ’ το βυθό συρμένα.
Της νυχτωδίας τον καπνό μη
στέλνεις σήμα στον εχθρό και
Στη ζωή σου για αρχή πάντα να ‘χεις
το τέλος.
ανάγερτος
Μη φοβού το σπερμα.Ας ειναι παντος καιρού...
ΑπάντησηΔιαγραφή