Σάββατο 1 Μαΐου 2021

Οι των δρόμων όλων













Επιστράτευσε τις ιδέες του στην έρημο.

Που αλλού!

Στεγνές και καταπονημένες από των καυτερών ανέμων

το αδιάκοπο σφυροκόπημα, μόνο εκεί θα μπορούσαν 

να πάρουν το όπλο τους, σαν πρώτο βήμα.

Σαν δεύτερο, θα έπρεπε να περπατήσει χιλιόμετρα 

μακριά, να βρει άλλους ερημίτες και ερημωμένους μαζί,

στο περιθώριο της πόλης και των πόλεων όλων.


Και πες πως βρήκε. Δεν είναι δα και τόσο δύσκολο 

να σ´ακολουθήσει ο πεινασμένος κι ο απόβλητος.


Τώρα δεν ήταν μόνος, είχε κι άλλους μόνους μαζί.

Περπάταγε. Μόνο αυτός ήξερε που πάνε.

Οι άλλοι απλά ακολουθούσαν.

Για την ώρα. Γιατί δεν ξέρεις τι φάρα άτιμη 

είναι τα απόβλητα όταν τα φτύνεις.

Και καλά κάνουν δηλαδή. Δεν τους φτάνει το κακό τους το χάλι,

να έχουν και τη δική σου κοροϊδία!

Μα Αυτός, δεν είχε μάθει να κοροϊδεύει. Δεν κοροϊδεύουν ποτέ οι ιδέες 

που δεν έχουν σαπίσει. Και τέτοιον καιρό υγρό στην έρημο, δύσκολα νάβρεις.

Έτσι,  μ´αυτά και μ´αυτά, με τις αλήθειες του και με τα θαύματά του, άρχισαν κι άλλοι ν´ ακολουθούν.

Μαθημένοι όλοι στην κατάντια της σήψης, στην κατάντια της υποταγής, 

δεν μπορούσαν να κρίνουν πως η πίστη στους ίδιους, 

θα μπορούσε να γεννήσει και τα δικά τους “θαύματα”.

Αυτό τους έδειχνε, αυτό προσπαθούσε να τους δείχνει.

Πάντα με το παράδειγμά του, πάντα με τον λόγο του.

Εν αρχή έλεγε....Πάντα από κει θα ξεκινάτε.

Από τον καθαρό σας λόγο και την πίστη στους εαυτούς σας.

“Θαύματα” μπορείτε να κάνετε όλοι σας.

Αρκεί να πιστέψετε σε σας, έλεγε με τον τρόπο και τις πράξεις του.

Προσπαθούσε να αλλάξει τον κόσμο.

Γιατί αγαπούσε τον κόσμο.

Δεν άντεχε την αδικία, την εκμετάλλευση, την υποκρισία.

Προσπαθούσε. Προσπαθούσε με το παράδειγμά του.

Και σταυρώθηκε γι’ αυτό και αναστήθηκε.

Γιατί το ζήτησαν, γιατί δεν πείστηκαν.

Και από τότε, όλοι προσδοκούν τη δική του Ανάσταση για να σωθούν.

Γιατί όπως και τότε, δεν πιστεύουν.

Νομίζουν πως πιστεύουν, λένε πως πιστεύουν.

Νομίζουν πως η σωτηρία τους θα έρθει μέσα από Σένα.

Δεν κατάλαβαν ή μάλλον δε θέλησαν να καταλάβουν.

Γιατί υπέρβαση και σωτηρία κρύβουν μέσα τους θυσία.

Κι αυτοί δε θέλουν τίποτε να θυσιάσουν.


Κι έτσι, θρηνούν για Σένα, ενώ θα έπρεπε για κείνους να θρηνούν.

Νομίζουν πως κάθε χρόνο Εσύ θα ανασταίνεσαι γι ´αυτούς.

Κι έτσι, κάθε χρονο μια μέρα, σε σταυρώνουν και μετά σε ανασταίνουν 

σαν χρέος, για να ξεχνούν το δικό τους το χρέος,

Γιατί

Οι των  δρόμων όλων οι νεκροί, είσαι 

Εσύ Χριστέ μου.


ανάγερτος



Καλή Ανάσταση!!!

















 

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2021


 
Ατενίζοντας…

Για όσους ξέρουν να κοιτούν στα μάτια

Η αλμύρα της νιότης












Τι κι αν ανέβεις την πέτρα ολάκερη,

υγρή και καμένη, ως τα ουράνια!

Η μυρωδιά της σκουριάς,

το καθημερινό ταξίδι πάνω στο κύμα,

η αλμύρα της νιότης σου, είναι

που σε κάνουν άτρωτο στα βέλη.

 

ανάγερτος



Φεύγεις


 Να πω, κόρη πιο μοχθηρή μετά τη γέννα μου

ποτέ μου δεν συνάντησα; Κι έπειτα;

Τι είναι η λήθη όταν ο χρόνος αφήνει σημάδια!



Φεύγεις. Ό, τι κι αν έκανες φεύγεις.

Τώρα, το μυαλό μου είναι στο νέο.

Στη νέα που έρχεται και σ´αυτά που μας φέρνει.

Στην Καινούργια Χρονιά μας.

Να είναι Καλή με υγεία και όνειρα!!!

Για όλους μας

 

ανάγερτος


 


Ένα μεγάλο ευχαριστώ στη φίλη Sophia Georgallidis 

για τις φωτογραφίες.


Κωπηλάτης του καιρού


 


 

Ένας σταθμός


 

Τη σκεπή και τους πόθους

Τα όνειρα και τις πόρτες

Κοίταζε να βρει






Ένας ακόμα σταθμός

Ένας ακόμη σταθμός

για κείνον

Λουσμένος σε φως

Επίπλαστο,

Της ερημιάς


ανάγερτος



 

Αν το θελήσουμε


Έβλεπα να λιώνουν οι πάγοι

Έβλεπα τα δάση να ουρλιάζουν

την ώρα που καίγοντανΈβλεπα τους σπόρους της γης

να γίνονται υβρίδια





Έβλεπα τους κολασμένους της γης

να πεθαίνουν μπροστά μου

Έβλεπα τους μεγάλους που προσκύναγα

να σκοτώνουν αθώους κι εγώ

μόνο έβλεπα

Έβλεπα με τα μάτια που δεν έβλεπαν

Ήμασταν φύλλα μακριά απ´τα δέντρα μας

Ήμασταν δέντρα μακριά απ´τις ρίζες μας

Τα μολύναμε όλα

Τον αέρα μας

Τις συνειδήσεις μας

Τις καρδιές μας

Οι πεθαμένοι, πεθαίνουμε έναν θάνατο

που κάνει τη γη μας ν´ανθίζει

Αν επιστρέψουμε,

υπάρχει ακόμα καιρός να σωθούμε

Αν το θελήσουμε!

 

ανάγερτος

 

Η ΚΟΤΑ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΟΤΑΝ ΝΑ ΠΕΤΑΞΕΙ «Αποσπάσματα»



« Μα γιατί δεν μπορώ να ζήσω στην αυλή; Στο κάτω κάτω, κότα είμαι κι εγώ, ακριβώς όπως κι εκείνη».

«Χα! Ανόητο κοτόπουλο! Τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό; 





Όπως εγώ είμαι φύλακας κι ο κόκορας λαλεί την αυγή, έτσι κι εσένα η δουλειά σου είναι να γεννάς αυγά μέσα

σ´ένα κλουβί. Όχι στην αυλή! Αυτοί είναι οι κανόνες».



«Κι αν εμένα δεν μ´αρέσουν αυτοί οι κανόνες; Τι γίνεται τότε;».

«Μη λες βλακείες!» Ο σκύλος ρουθούνισε με θόρυβο. Δεν είχε σκοπό να τη βοηθήσει. Κι αν συνέχιζε να τον τσιγκλίζει, τότε πήγαινε γυρεύοντας να εισπράξει καμιά προσβολή - ακριβώς σαν αυτή που της είχε απευθύνει ο κόκορας όταν της είπε: «δεν σε θέλει κανείς».

Έφυγε απ´την αυλή. Παρ´όλα αυτά, εξακολουθούσε να μην έχει πουθενά να πάει.

Προχώρησε προς την άκρη της αυλής και άρχισε να σκαλίζει με τα νύχια της κάτω

απ´την ακακία, μέχρι που έφτιαξε έναν ρηχό λάκκο. Τα νύχια της την πονούσαν.

Θα μπορούσε τουλάχιστον να βολέψει την κοιλίτσα της μέσα εκεί. Ο σκύλος απλώς στεκόταν και κοιτούσε. Η καρδιά της Μπουμπουκίτσας ήταν γεμάτη από θλίψη και οργή. Ήθελε να φύγει όσο πιο γρήγορα γινόταν.

.......

Ούτε που θυμόταν πόσος καιρός είχε περάσει από τότε που είχε γεννήσει αυγό για τελευταία φορά. Δεν είχε καμία διάθεση να γεννήσει μέσα στο κοτέτσι.

Όσο κι αν λαχταρούσε με όλη της την καρδιά να γεννήσει ένα αυγό, είχε την αίσθηση ότι δεν θα μπορούσε. Πόσο περήφανη κι ευτυχισμένη θα ένιωθε, αν τα κατάφερνε...

......

Το μωρό ξεπρόβαλε το κεφαλάκι του κάτω απ´τη φτερούγα της Μπουμπουκίτσας.

Μολονότι το χρώμα του ήταν ανοιχτοκαφέ ενώ τα υπόλοιπα ήταν κατακίτρινα, τα μωρά έπαιζαν όλα μαζί μια χαρά και φαίνονταν τρισευτυχισμένα. Το καημένο! Μάλλον νομίζει ότι είναι κι αυτό κοτοπουλάκι.

«Το βλέπεις; Στο είχα πει!»γάβγισε ο σκύλος θριαμβευτικά. Ο κόκορας αγριοκοίταξε την Μπουμπουκίτσα τη στιγμή που η κότα κάγχασε: «μια σκαρταδούρα δεν θα μπορούσε να έχει γεννήσει αυγό! Ποπό, ντροπή! Αν σε είχαν πουλήσει, τουλάχιστον, σε κάνα εστιατόριο, το ρεζιλίκι σου θα ήταν λιγότερο!».

Η Μπουμπουκίτσα απόμεινε να κοιτάζει την κότα μπερδεμένη.

Ο κόκορας ανέλαβε να της εξηγήσει με απότομο τρόπο.

«Θέλει να πει ότι είναι αξιοπρεπές να γίνεις πιάτο που θα το φάει κάποιος θαμώνας

σ´ένα εστιατόριο. Δεν ντρέπεσαι; Εσύ, που ανήκεις στο είδος των κοτόπουλων, να έχεις κλωσήσει μωρό από άλλο είδος!»

«Έλα ντε!» είπε κοροϊδευτικά ο σκύλος. «Μια κότα να κλωσάει ένα παπί! Τι γελοίο θέαμα!»

.......

 SUN - MI HWANG 

( Η ΚΟΤΑ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΟΤΑΝ ΝΑ ΠΕΤΑΞΕΙ )

«Αποσπάσματα» 

Κρεμασμένη ζωή

 



Ω! Κρεμασμένη ζωή / φύλλο κιτρινισμένο /

μουσκεμένο χορεύει στην ομίχλη /.

Βρέχει / ένα κορίτσι ανοίγει το στέρνο του ψηλά /

και κάποιος παππούς, αν υπήρχε, θα δάκρυζε /.

Στο καθρέφτισμα της νιότης / αν κοιτάξεις στα

μάτια της βαθιά / θα δεις και συ τη δική σου ζωή /

να πέφτει με δύναμη


ανάγερτος


Ένα μάθημα σχεδίου


Ο γιος μου έσπρωξε
την παιδική παλέτα του μπροστά μου
και μου ‘πε να του ζωγραφίσω ένα πουλί.
Βούτηξα το πινέλο μου στο γκρι
σχεδιάζοντας ένα τετράγωνο με κλειδαριές και σίδερα.
Τότε με γουρλωμένα μάτια είπε:
«…Μα αυτό, Πατέρα, είναι μια φυλακή,
δεν ξέρεις ένα πουλί πώς ζωγραφίζεται;»


Και του απάντησα: συγγνώμη, γιε μου

έχω ξεχάσει τα σχήματα των πουλιών.

Ο γιος μου έσπρωξε

το μπλοκ ζωγραφικής μπροστά μου

και μου ‘πε να του ζωγραφίσω τον ανθό του σιταριού.

Κράτησα την πένα,

του σχεδίασα ένα όπλο.

Tότε με ύφος κοροϊδευτικό με ρώτησε:

«Μα δεν μπορείς να ξεχωρίσεις

ένα όπλο απ’ το σιτάρι;»

Και απάντησα: «Άκουσε, γιε μου,

κάποτε γνώριζα το σχήμα του σταριού

και τη μορφή του καρβελιού

κι ενός τριαντάφυλλου την όψη.

Μα τώρα ο καιρός δυσκόλεψε

τα δέντρα του δάσους προσχώρησαν στην πολιτοφυλακή

κι η εξουθένωση τύλιξε το τριαντάφυλλο.

Τώρα οι μέρες αρματώθηκαν

το σιτάρι οπλοφορεί

το πουλί οπλοφορεί

η κουλτούρα οπλοφορεί

η θρησκεία οπλοφορεί

και δεν μπορείς να αγοράσεις ένα καρβέλι ψωμί

χωρίς να βρεις ένα όπλο στην ψίχα του

και δεν μπορείς να κόψεις ένα τριαντάφυλλο

χωρίς να σου πεταχτούν αγκάθια στο πρόσωπο

και δεν μπορείς να αγοράσεις ένα βιβλίο

χωρίς να εκραγεί στα δάχτυλά σου».

Τότε ο γιος μου κάθισε στου κρεβατιού την άκρη

ζητώντας μου να απαγγείλω ένα ποίημα,

κι ένα δάκρυ μου ξαφνικά ρίχτηκε στο μαξιλάρι.

Πήγε και το ‘γλειψε να το γευτεί

κι ύστερα είπε:

«Μα αυτό είναι δάκρυ, Πατέρα, όχι ποίημα!».

Και του αποκρίθηκα αμέσως:

«Όταν μεγαλώσεις, γιε μου, και γνωρίσεις

την ιερότητα της αραβικής ποίησης

θα δεις πως η λέξη με το δάκρυ βγαίνουνε αδέρφια

και πως το ποίημα δεν είναι παρά δάχτυλα που στάζουν.

Και τότε ο γιος μου

έσπρωξε όλες τις μπογιές μπροστά μου

και μου ‘πε να του ζωγραφίσω μια πατρίδα γι’ αυτόν.

Το πινέλο τρεμούλιασε στο χέρι μου

και εγώ βούλιαξα, κλαίγοντας.

 

Nizar Qabbani

μτφρ: Σαμσών Ρακάς

 


 

Υπάρχουν κάποια πάθη τόσο δυνατά, που δεν μπορεί

παρά να είναι αρετές.

 

Αλμπέρ Καμύ

Δεν έχει γιατί το σ´ αγαπώ











Δεν έχει γιατί το σ´ αγαπώ

Είν´ επειδή την ώρα την ανέγγιχτη,

όπου με την καρδιά μας πληρώνουμε

τους πόθους μας, κανείς δεν είναι

στο ταμείο να ρωτήσει.

 

ανάγερτος


Υποκρισία









 



Λάμπουν οι πολιτικοί / στα μικρόβια απάνω

Γυμνοσάλιαγκες / νυχθημερόν αφήνουν τη γλοιώδη

γύμνια τους / στα τρυφηλά τους μάγουλα.

 

ανάγερτος

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2021

Αν είναι να σε χάσω

  Painting by John Ennis


Αν είναι να σε χάσω, θέλω να σε βλέπω μόνο

να σε πηγαίνω βόλτες

Μέχρι την άκρη της γης να σε πηγαίνω βόλτες

Να ταξιδεύουμε με το μυαλό μας και να χανόμαστε

Να σβήνω το πάθος μου στη θάλασσα

και στα τρεχούμενα νερά

Θέλω να σε βλέπω

Αλήθεια, πόση ερωτική βροχή να στάζει θέλω

στην ψυχή μου για σένα!

Να αραδιάζω θέλω τις αναμνήσεις μου

ανάκατες,

των χειλιών σου, των λαγόνων σου,

των ματιών σου,

κύματα της ζωής που λάμπουν στο λιόγερμα,

που γιομίζουν αλμύρα το δάκρυ σου,

που φλέγονται μέσα μου,

Αν είναι να σε χάσω...

 

ανάγερτος


Δεν είναι η φυγή


 

Ξέρεις κάτι;

Δεν είναι η φυγή

Είναι που δεν θα γυρίσεις

Είναι που πίστεψες,

Πως θα γενείς ωκεανός

Γιατί σε φίλησε το κύμα

Είναι, που αν πας σε βράχια

Που τα χτυπά η θάλασσα

Γιομάτα αίμα είναι

 

ανάγερτος


Απουσία









Όνειρα οι μυρωδιές των αρωμάτων

περιστρέφονται πάνω από τα σμαραγδένια

της σεντόνια

Πού να φανταστεί τότε την επιλογή

που του ζητήθηκε!

Πού να φανταστεί τότε, πως το απόκοσμο

γιατί, θα απουσίαζε

στην καθημερινότητα της συνήθειας!

 

ανάγερτος


Φως και έρωτας










Δεν το πρόσεξες, ίσως

Η εσωτερική γαλήνη που γυρνά

αλαφιασμένη τα βράδια

την ώρα του πόθου,

είναι ο έρωτας που χάθηκε γυμνός

στα μάτια που κοιτούν βαθιά

τα άλλα μάτια στο σκοτάδι

Το φως έλεγε, δεν είναι για μένα

Το φως, θα είναι πάντα

για τους ντυμένους έρωτες.

 

ανάγερτος


Liberta! Στο όνομα ποιων φυλακίζεσαι;





Δεν είναι που δεν μπορώ

να σε κρατήσω

Είναι που το κορμί σου

Μένει στα χέρια μου

Καθώς φεύγεις

 

ανάγερτος





Σάββατο 15 Ιουνίου 2019

Λεύτερο σε κάνει






















Όταν περνώ





Όταν περνώ τους γνώριμους
αυτούς τους δρόμους
πρώτες αγάπες και φιλιά
εγώ θυμάμαι
Κι όταν σου πω το σ´ αγαπώ
να μην τρομάξεις
Είναι που τώρα η αγάπη μου
μένει κοντά σου

ανάγερτος


Διαγωνισμός ελεύθερης γραφής

Πατήστε στην εικόνα





















Ένα θερμό ευχαριστώ στο εξαιρετικό ιστολόγιο koalakia.blogspot.com
για την τιμή να με συμπεριλάβει στην κριτική επιτροπή ποιημάτων
που διοργανώνει στα πλαίσια του 7ου διαγωνισμού ελεύθερης γραφής.

ανάγερτος

Μπορείς ακόμα





























Επειδή η ώρα πλησιάζει
θα σου πουν πως κάναμε λάθος,
πως όλα τώρα θ' αλλάξουν,
πως τίποτα πια δεν θα’ ναι όπως πρώτα
Μην τους ακούς, μην τους πιστεύεις,
κλείσε τα αυτιά σου στις σειρήνες
Μπορείς
μπορείς ακόμα να ονειρεύεσαι,
μπορείς ακόμα να σκέφτεσαι
Κι αν ακόμη να σκεφτείς δεν μπορείς
γιατί σου νέκρωσαν τη σκέψη,
ακολούθα την καρδιά σου,
Αυτή ξέρει

ανάγερτος
( Ποιητική συλλογή ¨ κωπηλάτης του καιρού ¨ )

Όταν





















Κάποτε
Όταν τα μάτια αυτού του κόσμου
αρνηθούν να κοιτάξουν τις εικόνες του τρόμου
Όταν τ’ αυτιά του αρνηθούν να ακούσουν
τα σενάρια του φόβου
Όταν η σκέψη κι η καρδιά του μαζί
αρνηθούν να πιστέψουν
πως αυτός ο μικρός δεν μπορεί
και πως ο κόπος χαμένος του θα’ ναι,
πως αξίζει να πασχίζει για θρόνους,
πως το αύριο είναι το τώρα
και πως αυτός δεν κρατά το κλειδί,
πως το να σέβεται νόμους απαγορεύει
να πολεμά τον δυνάστη το νόμο,
πως το δικό του παιδί
ξεχωρίζει από τα άλλα παιδιά
στην αγάπη στο φαΐ και στο χρώμα,
πως μπορεί να ξεδιψά με ελπίδα
και πως το αλάτι της γης είναι κρυμμένο
στου κέρδους τη γύρα,
θα φανεί πως αυτό που περίμενε χρόνια,
ο θεός,
είναι αυτός, είναι ο άνθρωπος
που αρνήθηκε να του κλείσουν το στόμα.

ανάγερτος
( Από την ποιητική συλλογή ¨κωπηλάτης του καιρού¨ )