Χοροπατάει περίεργα
το ποτάμι όταν κλαίει
Υπόγειοι οι λυγμοί του
χαράζουν βαθιά
το πεπρωμένο του
Για δες τις φτέρες,
οι μέρες είναι που
αγκομαχούν
στa πόδια της κοιλάδας
Με την ορμή των
βουβαλιών
και με τα βέλη του
ήλιου
παλεύουν
Σε ποδοπάτησαν
Εκμαγείο χάλκινο μέσα
στη λάσπη
των χαμένων σου
ελπίδων έγινες…
με μια ψευδαίσθηση,
παράλογη και τραγική,
να θεωρείς το θάνατο
στη λάσπη λύτρωση
και να βαδίζεις
χαλκευμένος
εσύ, ο άλλοτε
χαλκέντερος
Αξημέρωτες πια οι ώρες
κι οι στιγμές
Άπλωσε τα χέρια σου
στα φύλλα που σε γέννησαν
και εξαγνίσου μεσ’ στα
θολά νερά
Νάματα νερά , καημού
νερά
Αιώνια θα κυλάνε πάνω
μας.
ανάγερτος
ποτέ δεν το είχα φανταστεί...
ΑπάντησηΔιαγραφήπερπατούσα στο καθαρό νερό του ποταμού κι όλη η πλάση ήταν γιορτινή!
πως άλλαξε το τοπίο και το νερό έγινε θολό;
και πως θα εξαγνιστούμε;
δύσκολο μα και προκλητικό
και δε σταματά ο αγώνας...
Όμορφος στίχος Ανάγερτε !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤίποτα όμως δεν μπορεί να εξαγνίσει
την ανθρώπινη ύπαρξη
και τίποτα δεν μπορεί να την λερώσει ,
να την θάψει ...
όταν είναι άδολη η ψυχή που κρύβει μέσα της,
όταν με καθαρό βλέμα κοιτάει εμπρός.
Καλημέρα !