Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

“Σβησμένες όλες οι φωτιές” γ´

Παραμύθι χωρίς όνομα














Με αποσπάσματα από το «Παραμύθι χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα θα ολοκληρώσω το τελευταίο μέρος της τριλογίας μου “Σβησμένες όλες οι φωτιές”.
Καταπιάστηκα δε μ’ αυτό το θέμα, για να καταδείξω πως αποτύπωσαν στις αρχές του 20ου αιώνα δύο μεγάλοι της ελληνικής διανόησης, ο Κωστής Παλαμάς και η Πηνελόπη Δέλτα, τις συνθήκες, τα αίτια και τα αποτελέσματα της κρίσης που έπληξε τη χώρα μας στα τέλη του 19ου αιώνα… κρίσης με πάρα πολλά κοινά με την σημερινή, σε όλα σχεδόν τα επίπεδα.
Η σωστή και σε βάθος ανάλυση από τον καθέναν μας, ίσως φωτίσει γνωστές και άγνωστες πτυχές  των αιτίων που οδήγησαν τη χώρα μας δυό φορές στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική εξαθλίωση και ίσως λειτουργήσει ως αποτρεπτικός φάρος για το μέλλον…

«Παραμύθι χωρίς όνομα»

Η ανικανότητα του βασιλιά Αστόχαστου τον έχει κάνει έρμαιο μιας κλίκας παλατιανών  και έχει οδηγήσει τη χώρα των Μοιρολατρών στην καταστροφή και την ερήμωση. Όταν τα πράγματα σφίγγουν, όταν όλοι οι βασιλικοί θησαυροί έχουν ξεπουληθεί ή κλαπεί από τους αυλικούς και το Παλάτι κινδυνεύει να μείνει χωρίς τροφή, το Βασιλόπουλο αναγκάζεται να βγει στη χώρα και να διαπιστώσει με τα μάτια του την έκταση της καταστροφής: ερημωμένα χωράφια, ανεργία για τους πολλούς, μετανάστευση για αρκετούς, φόβος για τους κλέφτες που λυμαίνονται τη χώρα. Οι λίγοι ικανοί και αυτοαπασχολούμενοι που επιβιώνουν ακόμη κουτσά-στραβά, φοβούνται να μιλήσουν για να μη βρούν τον μπελά τους από τους διεφθαρμένους δικαστές και αξιωματούχους του Παλατιού. Αλλά λίγο-λίγο, το Βασιλόπουλο καταφέρνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους κι αρχίζει να λύνεται η γλώσσα τους…

….Για τον στρατηγό Μασκαρόπουλο ρωτάς;
Έκανε εκείνο που κάνουν όλοι στο παλάτι. Είχε στα χέρια του τις αποθήκες του στρατού και τις άδειασε. Σαν πούλησε τα όπλα, τις σκηνές και τις φορεσιές, έκανε περιουσία κι έφυγε στα ξένα, χωρίς καν να το νοιώσει ο Αφέντης. Και οι πέτρες τα ξέρουν αυτά που σου λέω.
---Τι να σου κάνει κι ο Βασιλιάς, είπε το Βασιλόπουλο, σαν δεν έχει παρά κλέφτες και κατεργάρηδες γύρω του;
---Ας φρόντιζε να γνωρίσει τους υπαλλήλους του πριν τους εμπιστευθεί τα συμφέροντα του κράτους, είπε με θυμό ο πρωτομάστορας. Και σαν έβγαιναν μπερμπάντηδες, ας τους τιμωρούσε. Μα πότε νοιάστηκε; Έπειτα, μας τρώγει κι εμάς η πονοψυχιά. Πως να τιμωρήσεις κλέφτη ή προδότη ή όποιον άλλο ασυνείδητο; “Τον κακόμοιρο τον άνθρωπο” σου λένε, “γιατί να καταστραφεί; Τόσοι άλλοι κάνουν χειρότερα!” Και πάει λέγοντας…Και μόνο οι τίμιοι δεν βρίσκουν εδώ ψωμί.
………..
………….
Kαθώς ο γειτονικός βασιλιάς ετοιμάζεται να επιτεθεί, το Βασιλόπουλο συνειδητοποιεί με απόγνωση ότι η χώρα του βρίσκεται σε κατάρρευση κι ότι ο στρατός της έχει λιποτακτήσει:
---Ο Βασιλιάς επλήρωνε στρατό, είπε με πίκρα, και οι στρατιώτες γίνονταν μάγειροι ή κλέφτες και φονιάδες. Και τα φλουριά πήγαιναν στην τσέπη των κατεργάρηδων, και οι αρχιστράτηγοι πουλούσαν τα όπλα, και οι στόλαρχοι ρήμαζαν το ναύσταθμο και έσπαγαν τα καράβια για να κλέψουν λίγο σίδερο…Άραγε, αξίζει να εργαστώ για τέτοιους ανθρώπους, να πονώ για τέτοιο τόπο;”

H απάντηση στην ερώτηση αυτή, η μοναδική που επιβάλλεται σ’ αυτή την περίπτωση, δίνεται από το στόμα της Γνώσης, της αγαπημένης φίλης του Βασιλόπουλου:
“…Ναι”, απάντησε η Γνώση.
Περιφρονείς αυτούς τους ανθρώπους, που είναι λαός σου, γιατί είναι κλέφτες ή δειλοί, ή γιατί δεν έχουν τη δύναμη να παλέψουν ενάντια στη δυστυχία και τη γενική αποχαύνωση. Θέλεις λοιπόν και συ να γίνεις ένα μαζί τους, να παρατήσεις την πάλη από τις πρώτες δυσκολίες, ν’ αφήσεις τη θέση σου και να δειλιάσεις μπροστά στον κόπο και την ευθύνη; Ο λαός σου είναι σαν όλους τους λαούς, ούτε καλύτερος, ούτε χειρότερος. Μα έχει ανάγκη από βοήθεια και διοίκηση…Στη θέση όπου μας έβαλε η μοίρα, εκεί πρέπει να μείνουμε. Και σένα, σ’ έβαλε η μοίρα αρχηγό. Μόνο αν κάνεις το καθήκον σου, θα γίνεις ανώτερος από εκείνους που περιφρονείς”.







Πηνελόπη Δέλτα (1874-1941)




Θα συμπληρώσω δε, πως το να κάνει ο καθένας το καθήκον του δεν φτάνει.
Πρέπει να ξαναανακαλύψουμε το «εμείς», την ομορφιά της συλλογικότητας. Δεν θα είναι εύκολο…χρόνια πλύσης εγκεφάλου, για το ποιοι είναι “πετυχημένοι”, όπως και οι αντικειμενικές κοινωνικές συνθήκες, έχουν ευνουχίσει τη συλλογικότητα και φουντώσει τον ατομικισμό.
Είναι όμως η μόνη μας ελπίδα αν θέλουμε να πάψουν κάποτε να είναι Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη Χώρα.

( Να σημειώσω τέλος, πως η όμορφη αυτή εργασία που μου έδωσε την ευκαιρία να εκφράσω τους προβληματισμούς μου και να σχολιάσω πρόσωπα και καταστασεις ανήκει στον Ν. Πράντζο και δημοσιεύθηκε στο φύλλο της εφημερίδας "θεσσαλία- διαδρομές 24/10/10  " )


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου