Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Στην άκρη τ’ ουρανού




Στην άκρη τ’ ουρανού σε γνώρισα
και ήσουνα φως,
ένα μικρό φωτάκι πίσω απ’ το σύννεφο.
Εκεί βρεθήκαμε,
όταν τα σύννεφα έγιναν ένα...

Έλαμπες...και οι ανταύγειες σου,
ουράνιο τόξο
μετά την καταιγίδα.

Με ρώτησες; Μπορεί ο έρωτας
να γεννηθεί στα σύννεφα;
Μπορεί ν’ αντέξει και να μη χαθεί
από τους κεραυνούς, την καταιγίδα;

Ναι σου απάντησα, μπορεί.
Γιατί, της καταιγίδας τα παιδιά
εκεί ερωτεύονται και εκεί πεθαίνουν.


ανάγερτος

H σκέψη του τέλους του κόσμου












Όχι πια οι επτά σάλπιγγες και το χαλάζι και η θάλασσα που γίνεται αίμα και η πτώση των άστρων και οι ακρίδες που βγαίνουν από τους καπνούς του πηγαδιού της αβύσσου και οι στρατοί του Γκογκ και του Μαγκόγκ και το τέρας που βγαίνει από τη θάλασσα...
Τώρα πια, ανεξέλεγκτα και ανεξακρίβωτα,... ο πολλαπλασιασμός των πυρηνικών αποβλήτων και οι όξινες βροχές και ο Αμαζόνιος που εξαφανίζεται και η τρύπα του όζοντος και οι ορδές των απόκληρων μεταναστών, που ανεβαίνουν και χτυπούν, κάποτε βίαια, τις πόρτες της ευμάρειας και η πείνα που θερίζει ολόκληρες ηπείρους και οι καινούργιες αθεράπευτες ασθένειες και η καταστροφή του εδάφους από την εκμετάλλευση και το κλίμα που αλλάζει και οι πάγοι που λιώνουν και η επιστήμη της γενετικής που θα μας βγάζει σε αντίγραφα και ο οικολογικός μυστικισμός που θεωρεί αναγκαία την αυτοκτονία της ίδιας της ανθρωπότητας, που πρέπει να χαθεί, για να γλυτώσουν τα είδη που έχουν σχεδόν καταστραφεί και η Μάνα γη που την έχουμε εκφυλίσει και πνίξει.
Σήμερα ζούμε (έστω στο μέτρο της φαινομενικότητας που μας έχουν συνηθίσει τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης), τους τρόμους ενός τέλους∙ και θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε ότι τους ζούμε με το πνεύμα του «Bibamus Edamus Cras Moriemur» («Να πιούμε, να φάμε, αύριο πεθαίνουμε»), γιορτάζοντας το τέλος των ιδεολογιών και της αλληλεγγύης στη δίνη ενός ανεύθυνου καταναλωτισμού.
Έτσι ο καθένας μας σήμερα, ζει το φάντασμα της Αποκάλυψης και συγχρόνως το ξορκίζει. Όσο όμως περισσότερο το ξορκίζει τόσο περισσότερο το φοβάται υποσυνείδητα και το προβάλλει πάνω στις οθόνες με τη μορφή ενός σκληρού θεάματος, ελπίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο ότι το ξορκίζει από την πραγματικότητα.
Η σκέψη του τέλους του κόσμου στις μέρες μας, είναι πιο χαρακτηριστική στον κόσμο των λαϊκών και λιγότερο στον κόσμο των κληρικών. Δηλαδή, ο κόσμος των κληρικών την κάνει αντικείμενο προσευχής, αλλά κινείται σαν να ήταν σωστό να την προβάλει σε μια διάσταση που δεν μετριέται με τα ημερολόγια. Ο κόσμος των λαϊκών προσποιείται ότι το αγνοεί αλλά ουσιαστικά κατέχεται από την ίδια ιδεοληψία. Γι’ αυτό δεν είναι παράδοξο ότι δεν κάνει τίποτ’ άλλο από το να επαναλαμβάνει αυτό που είχε συμβεί στα πρώτα χίλια χρόνια.Το βίωμα της έμμονης ιδέας της συντέλειας του κόσμου, όπως αυτή παρουσιάζεται στο πιο δισχιδές και τρομερό βιβλίο της Βίβλου, στην Αποκάλυψη του Ιωάννη.Γεγονός που γέννησε αιρετικά χριστιανικά κινήματα γνωστά ως χιλιασμοί. Από εδώ πήραν μορφή και οι διάφοροι χιλιασμοί της δεύτερης χιλιετίας.
Εγώ νομίζω πως υπάρχει ένας χιλιασμός απελπισίας κάθε φορά που βλέπουμε ως αναπόφευκτο το τέλος του κόσμου και η οποιαδήποτε ελπίδα παραχωρεί τη θέση της σε ένα τελετουργικό του τέλους της ιστορίας ή και μιας επιστροφής της στη διαχρονική και αρχαϊκή παράδοση, όπου καμιά πράξη θέλησης και καμιά σκέψη-δεν λέω ορθολογική αλλά εύλογη-δεν θα μπορέσει ποτέ να την πλουτίσει. Από εδώ γεννιέται η γνωστική αίρεση(και μάλιστα στις μορφές της μεταξύ των λαϊκών) για την οποία ο κόσμος και η ιστορία είναι καρπός του λάθους και μόνο λίγοι εκλεκτοί, καταστρέφοντας και τους δυο,θα μπορέσουν να ελευθερώσουν τον ίδιο το θεό. Από εδώ προέρχονται οι διάφορες μορφές του υπεράνθρωπου, γι’ αυτό πάνω στο άθλιο σκηνικό του κόσμου και της ιστορίας θα μπορούν να γιορτάσουν τα φλογισμένα ολοκαυτώματα μόνο οι μυημένοι οπαδοί μιας φυλής ή αίρεσης. Μόνο αν έχουμε μια έννοια της κατεύθυνσης της ιστορίας(ακόμη κι αυτός που δεν πιστεύει στη Δευτέρα Παρουσία) μπορούμε ν’ αγαπούμε και να πιστεύουμε-με συμπόνια-ότι υπάρχει ακόμη θέση για την Ελπίδα.
Υπάρχει μια γνώση Ελπίδας (και υπευθυνότητας δικής μας όσον αφορά το αύριο) που θα μπορούσε να είναι κοινή σε πιστούς και άπιστους: Πάνω σε τι μπορούμε ακόμη να βασιστούμε; Ποια λειτουργικότητα κριτικής θα μπορούσε να προσλάβει μια σκέψη τέλους που να μη συνεπιφέρει αδιαφορία προς το μέλλον αλλά σταθερή επούλωση των λαθών του παρελθόντος; Διαφορετικά είναι σωστό ότι και χωρίς να σκεφτούμε το τέλος, αποδεχόμαστε ότι αυτό πλησιάζει, καθόμαστε μπροστά στην τηλεόραση (προφυλαγμένοι μέσα στα ηλεκτρονικά οχυρά μας) και περιμένουμε κάποιον να μας διασκεδάσει, ενώ τα πράγματα στο μεταξύ πάνε όπως πάνε. Και στο διάβολο αυτοί που θα’ ρθουν.

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Ουμπέρτο Έκο
 
 
 
ανάγερτος

Υπάρχει μια τάση...

















Υπάρχει μια τάση να θεωρούμε πως αυτό που βλέπουμε στην παρούσα στιγμή είναι κι αυτό που θα συνεχίσουμε να βλέπουμε. Ξεχνάμε πόσο συχνά σ' αυτόν τον αιώνα αιφνιδιαστήκαμε από τις αναπάντεχες καταρρεύσεις θεσμών, από εκπληκτικές αλλαγές στη σκέψη των ανθρώπων, από απρόσμενες εξεγέρσεις ενάντια σε τυραννίες, από την ταχεία καθίζηση συστημάτων εξουσίας που έμοιαζαν ανίκητα.
Τα δεινά που συμβαίνουν είναι επαναλήψεις δεινών που συνέβαιναν πάντα -πόλεμος, ρατσισμός, κακομεταχείριση γυναικών, θρησκευτικός και εθνικιστικός φανατισμός, πείνα. Τα καλά που συμβαίνουν είναι απρόσμενα.
Απρόσμενα κι όμως ερμηνεύσιμα βάσει κάποιων αληθειών που αντιλαμβανόμαστε πότε πότε, αλλά που τείνουμε να ξεχνάμε: Η πολιτική δύναμη, οσοδήποτε τρομερή, είναι πιο εύθραυστη απ' όσο νομίζουμε (παρατηρήστε τη νευρικότητα εκείνων που την κατέχουν).
Τους απλούς ανθρώπους μπορεί κανείς να τους εκφοβίσει για ένα διάστημα, μπορεί επίσης να τους περιπαίξει για ένα διάστημα, όμως έχουν έναν βαθιά εμπεδωμένο κοινό νου και αργά ή γρήγορα θα βρουν τρόπο να αμφισβητήσουν την εξουσία που τους καταπιέζει. Οι άνθρωποι δεν είναι εκ φύσεως βίαιοι, σκληροί ή άπληστοι, μολονότι μπορούν να γίνουν τέτοιοι. Οι άνθρωποι, παντού, θέλουν τα ίδια πράγματα: συγκινούνται από τη θέα εγκαταλελειμμένων παιδιών, άστεγων οικογενειών, θυμάτων πολέμου. Θέλουν ειρήνη, φιλία και στοργή, πέραν των φυλετικών κι εθνικών διαχωρισμών.
Η επαναστατική αλλαγή δεν έρχεται σε μία κατακλυσμική στιγμή (τέτοιες στιγμές πρέπει να τις φοβόμαστε!) αλλά σε μία ατέρμονη σειρά εκπλήξεων, διαγράφοντας μια τεθλασμένη γραμμή προς μια καλύτερη κοινωνία.
Δεν χρειάζεται να εμπλακούμε σε μεγαλεπήβολες, ηρωικές πράξεις για να συμμετάσχουμε στη διαδικασία της αλλαγής. Οι μικρές πράξεις, όταν πολλαπλασιάζονται επί εκατομμύρια ανθρώπων, μπορούν ν' αλλάξουν τον κόσμο.
Το να ελπίζει κανείς σε κακές εποχές δεν είναι ανόητα ρομαντικό. Βασίζεται στο γεγονός ότι η ανθρώπινη Ιστορία δεν είναι μόνο μια ιστορία σκληρότητας, αλλά και συμπόνιας, θυσίας, θάρρους, ευγένειας. Ο,τι επιλέξουμε να υπογραμμίσουμε σε τούτη την περίπλοκη ιστορία, αυτό θα καθορίσει τη ζωή μας. Αν δούμε μόνο το χειρότερο, θα καταστρέψει την ικανότητά μας να κάνουμε οτιδήποτε. Αν θυμηθούμε τους τόπους και χρόνους -κι είναι τόσο πολλοί- που οι άνθρωποι φέρθηκαν εκπληκτικά, αυτό θα μας δώσει την ενέργεια για να δράσουμε και τη δυνατότητα να στείλουμε τη σβούρα -τον κόσμο μας- σε μια διαφορετική κατεύθυνση. Κι αν δράσουμε, σε οσοδήποτε μικρή κλίμακα, δεν χρειάζεται να περιμένουμε για κάποιο μεγάλο, ουτοπικό μέλλον. Το μέλλον είναι μια άπειρη διαδοχή από παρόντα, και το να ζούμε σήμερα όπως πιστεύουμε ότι πρέπει να ζουν οι άνθρωποι, αψηφώντας όλα τα κακά γύρω μας, αποτελεί από μόνο του μια θαυμαστή νίκη».












Χάουαρντ Ζιν



ανάγερτος